Puscifer - Money Shot (Puscifer Entertainment, 2015)

Παρασκευή, 28 Απριλίου 2017 03:00
Γράφτηκε από:

Όσο ο Meynard δε βγάζει δίσκους με τους Tool, θα εκφράζεται με δισκάρες μέσω των άλλων projects του. Ή θα καλλιεργεί τα αμπέλια του...

Πριν ξεκινήσω να γράφω την άποψη μου για το Money Shot των Puscifer, έριξα μια ματιά στο διαδίκτυο, για μια πρώτη, γενική εντύπωση. Βασικά διέκρινα αρκετή απογοήτευση από οπαδούς των Τool, την οποία (όντας ένας από αυτούς) κατανοώ ως ένα βαθμό. Αυτή βέβαια ήταν ανεξάρτητη με την ποιότητα του δίσκου. Διάβασα επίσης κείμενα θετικής υποδοχής του άλμπουμ, καθώς και άλλα που εξέφραζαν μέτριες εντυπώσεις. Κατανοητά επίσης. Διάβασα όμως και κάμποσους που θεωρούν τους Puscifer κάτι σαν «κάδο αχρήστων» για τα τραγούδια του Maynard James Keenan. Σαφώς και ο καθένας είναι ελεύθερος να γράφει ό,τι νομίζει, απλώς αισθάνθηκα την ανάγκη να τα αντικρούσω. Υποκειμενικότατα...

Οι Puscifer είναι το δεύτερο side project του προαναφερθέντος frontman των Tool μετά τους A Perfect Circle. Σε καθένα από αυτά βγάζει και μια διαφορετική πλευρά της πολυσχιδούς (ιδιοφυούς κατά την άποψη μου) προσωπικότητας του. Δε γνωρίζω ποια θα ήταν σήμερα δισκογραφικά η δυναμική αυτών των δύο γκρουπ - οι Τool βέβαια είχαν κάποια θεματάκια (και νομικά εκτός των άλλων) - η συγκυρία αυτή όμως βοήθησε στο να προκύψει το Money Shot.

Αρχικά, το σχήμα ήταν ένα απάγκιο για τον Maynard, ένα αστείο που ξεκίνησε το 2007, όταν και άρχισε να ηχογραφεί υλικό ενώ βρισκόταν σε tour με τους Tool. Το project αυτό του έδινε τη δυνατότητα να χαλαρώνει, να εκφράζεται με χιούμορ αλλά και να δημιουργεί απόλυτα απελευθερωμένα, μακριά από τα όποια «πρέπει» και την πίεση που προφανώς ασκούσε πάνω του η ενασχόληση με τους Τool. Όλα τα ανωτέρω γέννησαν τους Puscifer: ένα κολάζ από electro / indie / desert / industrial / ambient ήχους και ατμόσφαιρες. Το αστείο αυτό ποτέ δεν αντιμετωπίστηκε όμως σαν «κάδος αχρήστων» και έτσι αισίως φτάσαμε στο τρίτο LP, καθώς και σε αρκετές περιοδείες.

Για το Money Shot λοιπόν, υπάρχουν πολλά άξια αναφοράς. Ας ξεκινήσουμε από το artwork. Αυτό άλλωστε είναι και το πρώτο που συναντά το μάτι του υποψήφιου ακροατή. Ο Maynard συνεχίζει και εδώ, όπως και στους προηγούμενους δύο δίσκους των Puscifer, να φτιάχνει γελοία, σε πρώτο επίπεδο εξώφυλλα και εσώφυλλα, τα οποία όμως, χρησιμοποιεί για να σατιρίσει την αμερικάνικη επαρχιώτικη κουλτούρα, τον τοπικισμό και τους σύγχρονους... καουμπόηδες. Ο ίδιος κατοικεί στην Arizona και μεγάλωσε σε φάρμα, άρα τα ζει από «μέσα». Φυσικά, αν δεν είσαι γνώστης της όλης αυτής κατάστασης και ξαφνικά πέσει στα χέρια σου ο δίσκος, η όλη εμφάνιση σε προδιαθέτει για ήχους… country με αισθητική Dolly Parton. Αμ δε…

Τα φωνητικά, οι λέξεις που «φτύνει» ο κύριος Keenan, είναι και πάλι κυρίαρχο στοιχείο των συνθέσεων του. Εδώ που τα λέμε, απόλυτα λογικό είναι, όταν διαθέτεις τέτοια φωνή, να χτίζεις τη μουσική γύρω της, χρησιμοποιώντας την σαν βασικό συστατικό για να χρωματίσεις τη μουσική σου. Όμως ειδικά στους Puscifer, επειδή σαφώς απευθύνονται λιγότερο σε heavy rock κοινό, έχουμε και εκτεταμένη χρήση γυναικείων φωνητικών στα περισσότερα τραγούδια. Κι αυτό δίνει άλλο χρώμα στο τελικό αποτέλεσμα. Σε πολλά κομμάτια η φωνή του έρχεται σε απόλυτη ηχητική αρμονία με την εξαίσια φωνή της Carina Round (έντονα ακούει κανείς αυτό το φωνητικό δέσιμο στα εξαιρετικά Galileo και The Remedy). Και μιας και τα «γκάζια» στις κιθάρες δεν έχουν σχέση με εκείνα των Tool, καταφέρνει με αυτόν τον τρόπο να δώσει μια ποικιλία στον ήχο και να κάνει κάθε μελωδία να γίνεται πιο ζεστή, πιο γλυκιά στο αυτί. Τα παραπάνω βέβαια μη σας παραπλανήσουν. Μιλάμε και πάλι για μια απόλυτα σκοτεινή Maynard ατμόσφαιρα με δυναμισμό, industrial-desert ύφος, κοφτές κιθάρες και αιχμηρούς στίχους: “You speak like someone who has never been/ Smacked in the fucking mouth / That’s OK, we have the remedy”.

Το πρώτο single, Grand Canyon, είναι ένα πειραματικό ambient/industrial κομμάτι με άμμο από αμερικάνικη έρημο να τινάζεται από πάνω του. Τα αιθέρια φωνητικά της κυρίας Round δημιουργούν απόκοσμες εικόνες, ενώ στιχουργικά αναφέρεται, όπως υποψιάζεται κανείς και από τον τίτλο, στο μεγαλείο του Grand Canyon (το οποίο βρίσκεται κοντά στην κατοικία του) και τα συναισθήματα που προκαλεί η θέα του: “Οne among infinity / witnessing the majesty / calm in this humility”. Οι στίχοι του Maynard όμως επιδέχονται συχνά διπλής ανάγνωσης. Εδώ για παράδειγμα, μπορεί να «διαβάσει» κανείς το πόσο μικρός και ταπεινός μπορεί να αισθάνεται κάποιος, λίγο πριν το θάνατο του, μπροστά στην αιωνιότητα και το μεγαλείο της.

Εξαιρετικές στιγμές του δίσκου με ανάλογες αναφορές (σε στίχους και μουσική) και έντονη την ατμόσφαιρα της αμερικάνικης ερήμου, αλλά και της αμερικάνικης επαρχίας και της νοοτροπίας της, είναι και τα Galileo, Agostina και Autumn. Το εναρκτήριο Galileo έχει ένα αέρινο, electro beat πάνω στο οποίο άλλοτε τα –διπλά- φωνητικά και άλλοτε τα σκουριασμένα κιθαριστικά ακόρντα, ανατρέπουν την ηρεμία και απειλούν να οδηγήσουν το κομμάτι σε πιο σκληρά μονοπάτια. Στο Agostina πάλι, τα αρχικά αχνά, ανεπαίθητα σχεδόν χτυπήματα των χορδών της κιθάρας, σε μεταφέρουν σταδιακά στο όμορφο ρυθμικό μέρος, το οποίο είναι διανθισμένο με μία κλασσική (τύπου A Perfect Circle) μελωδία.

Ακούστε εδώ

Σε αντίθεση με το πρώτο single που-αν και εξαιρετικό- δε το θεωρώ απαραίτητα το κορυφαίο του άλμπουμ, το δεύτερο single Τhe Remedy είναι από τα καλύτερα όλης της δισκογραφίας της μπάντας, δομημένο με indie λογική και πολλά prog περάσματα, ρυθμικό και σκοτεινό, όσα δηλαδή αγαπήσαμε στον Maynard, με την υποσημείωση ότι, αν και δε τον λες και καλλιτέχνη που στήριξε την καριέρα του γράφοντας εμπορική / εύπεπτη μουσική, δεν έχει πρόβλημα να γίνει και λίγο εμπορικός όταν χρειάζεται.

Για να μη κατηγορηθώ για… θεοποίηση της μπάντας, θα σημειώσω πως υπάρχουν και μερικά tracks κατώτερα των απαιτήσεων και προσδοκιών μου. Όχι πως δεν είναι καλοδουλεμένα (αυτό δεν υφίσταται καν σαν ενδεχόμενο σε ό,τι περνάει από τα χέρια του Maynard), όμως τα Simultaneous και Money Shot δεν έχουν κάτι το ιδιαίτερο σαν συλλήψεις. Στην πραγματικότητα είναι μάλλον αδιάφορα και κατά την άποψη μου θα μπορούσαν να έχουν παραληφθεί.

Συμπερασματικά, το Money Shot είναι άλλο ένα βήμα προς την καθιέρωση για τους Puscifer, χωρίς να ξέρω αν αυτό είναι κάτι που επιζητούν ιδιαίτερα. Δεν είναι πάντως υπερβολικό να πούμε ότι κάτι που ξεκίνησε σαν αστείο, ίσως μια μέρα καταλήξει να είναι project εφάμιλλο των Tool και των A Perfect Circle, στο είδος του έστω. Με άλμπουμ σαν αυτό, σίγουρα προς τα εκεί κατευθύνονται.

Υ.Γ.: Μια ακόμα αναφορά στην περίπτωση Maynard: Είναι οινοπαραγωγός και μάλιστα έχει δει πολύ, μα πολύ σοβαρά το ρόλο αυτό. Έτσι, και οι τρεις μπάντες του γνωρίζουν ότι για κάποιες συγκεκριμένες περιόδους, σημαντικές για την παραγωγή των κρασιών του, πρέπει αυτός να βρίσκεται στην Αριζόνα, οπότε και το πρόγραμμα των περιοδειών ρυθμίζεται ανάλογα. Συχνά δε οι περιοδείες περιλαμβάνουν και την προώθηση κρασιών του. Σχεδόν αναμενόμενα, το άλμπουμ αυτό ηχογραφήθηκε στα στούντιο που έχει στο οινοποιείο του, το Caduceus Cellars.

Υ.Γ.2: Το Money Shot θα υποστηριχτεί από περιοδεία η οποία, με μεγάλη χαρά βλέπω πως επιτέλους περιλαμβάνει και την Ευρώπη. Την μπάντα θα απαρτίζουν εκτός από τον Keenan οι Mat Mitchell (κιθάρα), Carina Round (φωνητικά, κιθάρα, έγχορδα), Jeff Friedl (drums), Mahsa Zargaran (αντικαθιστά την Juliette Commagere που έπαιξε στο δίσκο- πλήκτρα) και σαν τελευταία προσθήκη, ο πρώην Ministry Paul Barker (μπάσο). Στο άλμπουμ, συνεισφορά στο τσέλο είχαμε και από το γιο του Maynard, Devo Keenan.

*2 τραγούδια που θα ομορφύνουν τη ζωή σας: The Remedy, Grand Canyon.

8,5/10

Το κείμενο πρωτοδημοσιεύτηκε στο soundgaze.gr (πατήστε εδώ)

Διαβάστε επίσης