Το μουσικό φαινόμενο που ακούει στο όνομα All Them Witches συνεχίζει τον περήφανο, ανοδικό, ελαφρώς αλήτικο και κάθε άλλο παρά μοναχικό δρόμο που έχει επιλέξει να πορευτεί. Από το μακρινό Nashville των Η.Π.Α ξεκίνησαν με σκοπό να κατακτήσουν τον κόσμο με ένα εύφλεκτο μείγμα heavy, psych και blues rock, και με σταθερά βήματα φαίνεται πως ο σκοπός επιτυγχάνεται. Συναυλίες γίνονται sold out για χάρη τους, το όνομά τους βρίσκεται πλέον ψηλά στη μαρκίζα σε μεγάλα φεστιβάλ, τα ραδιόφωνα τους ανακαλύπτουν σιγά-σιγά και οι πωλήσεις δίσκων βαίνουν καλώς. Όλα αυτά μόλις πέντε χρόνια από την κυκλοφορία του ντεμπούτο άλμπουμ, Our Mother Electricity (2012) και το σημαντικότερο: χωρίς «εκπτώσεις» στον ήχο τους ή δείγματα ματαιοδοξίας. Αισίως, φέτος φτάνουν στο τέταρτο στούντιο άλμπουμ, το Sleeping Through The War, το οποίο πείθει για άλλη μια φορά και πιθανότατα τους ανακηρύσσει σε βασιλιάδες του σύγχρονου rock, τουλάχιστον κατά την κρίση του γράφοντος.
Γιατί πείθει; Γιατί έχει όλα τα στοιχεία που τους έφτασαν ως εδώ. Την 90’s heavy rock/fuzz ατμόσφαιρα των Sonic Youth συνδυασμένη με το classic/blues rock που μας παρουσίασαν οι Black Crows, τα country/rock στοιχεία των 38 Special, το hard rock των παλιών καλών Aerosmith, progressive περάσματα τύπου ΕLO, στοιχεία παρατεταμένης επανάληψης ρυθμών δανεισμένα από το krautrock των Can, desert/stoner αλλά και Sabbathικά riffs (στο λιγότερο βαρύ ίσως). Διακρίνονται όλα αυτά τα στοιχεία στον ήχο τους και παρολ’αυτά ακούγονται φρέσκοι και μοναδικοί και ο λόγος είναι ένας και απλός: ταλέντο και συνθετική έμπνευση.
Όμως έχει και κάτι επιπλέον που τον διαφοροποιεί από τα προηγούμενα πονήματα. Η παραγωγή έγινε από τον Dave Cobb που η εμπειρία του -ειδικά στο συγκεκριμένο είδος- φαίνεται πως επέδρασε στο να εκλείψουν υπερβολές και κάποιες στιγμές ανώφελου ξεχειλώματος των συνθέσεων. Έτσι, ο δίσκος εξελίσσεται στον πλέον στιβαρό και to the point της καριέρας τους. Όμως δεν έχασαν σε τίποτα από τον αυθορμητισμό και τη βρωμιά του ήχου τους, η μουσική τους παραμένει ιδανική για ένα μπαρουτοκαπνισμένο μπαρ και στέκεται επάξια μπροστά στον προκάτοχο του, το Dying Surfer Meets His Maker(2015).
Στις καλοδουλεμένες συνθέσεις, επίκεντρο των οποίων είναι η καταπληκτική συνεργασία της κιθάρας του Ben McLeod με τα άλλοτε θαμπά και άλλοτε πιο βαριά φωνητικά του Michael Parks Jr (έχεις την αίσθηση ότι μέχρι και την προφορά του αλλάζει κάποιες φορές για να ταιριάζει με το ύφος του τραγουδιού), ως συνήθως υπάρχει ποικιλομορφία. Προσωπικά μου αγαπημένα είναι τρία κομμάτια. Το αργόσυρτο, “bluesατο” επικό 3-5-7 -μια από τις ομορφότερες συνθέσεις της καριέρας τους- και το αντίστοιχου ύφους Am I Going Up σίγουρα ξεχωρίζουν. Είναι και αριστοτεχνικά τοποθετημένα στο τέλος της πρώτης πλευράς και δυσκολεύεσαι να μη τα ξανακούσεις πριν γυρίσεις το δίσκο. Πολύ ενδιαφέρον είναι και το tribal τυμπάνων και stoner/folk/psych ατμόσφαιρας Alabaster. Χωρίς κάποιο κομμάτι να θεωρείται περιττό ή αταίριαστο, δε μπορεί κανείς να μη κάνει αναφορά και στο southern rock ύφους, δυναμικό Don’t Bring Me Coffee που σε μεταφέρει μαγικά σε saloon κάποιας αμερικανικής επαρχιακής πόλης του νότου. Τέλος, υπάρχει και το Internet που είναι το τέλειο καλοκαιρινό άκουσμα. Μεσημέρι. Ο ήλιος να καίει, το κομμάτι να σε περικυκλώνει αργά και να μην είσαι σίγουρος πότε άρχισε και αν ποτέ θα τελειώσει.
Μια καθαρά προσωπική σκέψη για το τέλος. Δεν είμαι ιδιαιτέρως fan του blues rock (παλαιότερο ή σύγχρονο), ενώ και με την ψυχεδέλεια(των 60s-70s ή ακόμα και την νέο-ψυχεδέλεια) είμαι συγκρατημένος. Αυτό που κατάφεραν οι All Them Witches τόσο στους προηγούμενους δίσκους τους, όσο (και περισσότερο ίσως) στο πιο ισορροπημένο Sleeping Through the War είναι ότι γεφύρωσαν το κενό μεταξύ blues και ψυχεδέλειας. Και το έκαναν με αυτό ακριβώς το συστατικό που πρέπει, τα heavy riffs και την ενέργεια. Με το δίσκο αυτό έβαλαν ένα ακόμα λιθαράκι (ογκόλιθο βασικά) στην προσπάθεια να σταθεροποιηθούν στην κορυφή.
Ακούστε ένα δείγμα εδώ
*2 τραγούδια που θα ομορφύνουν τη ζωή σας: 3-5-7, Am I Going Up
8/10
Φωτογραφία: v_era