Οι φετινές ολιγοήμερες διακοπές μου έδωσαν την ευκαιρία να παραβρεθώ για μία ημέρα (την τέταρτη), στο επταήμερο φεστιβάλ που γίνεται στην Βουδαπέστη, το γνωστό SZIGET Festival. Και λέω "γνωστό" (παρότι προσωπικά δε γνώριζα την ύπαρξη του), γιατί απ’ότι ιδίοις όμμασι διαπίστωσα, πρόκειται για ένα event που προσελκύει πάρα πολύ κόσμο απ’όλη την Ευρώπη και μπόλικους επισκέπτες εκτός των συνόρων αυτής, όντας ενεργό από το 1993. Παρακάτω θα μοιραστώ μαζί σας μερικές από τις σημαντικότερες εντυπώσεις μου. Θα επικεντρωθώ στην περιγραφή των θεμάτων γύρω από τη διοργάνωση του φεστιβάλ και τις εικόνες και εντυπώσεις που κράτησα, και λιγότερο στα ονόματα που είδα, καθότι τα μεγαλύτερα από αυτά πέρασαν πρόσφατα από Ελλάδα.
Ένα σημαντικό πλεονέκτημα που έχουν πόλεις σαν τη Βουδαπέστη σε σχέση με την Αθήνα, είναι η γεωγραφική θέση. Το γεγονός ότι βρίσκεται στην κεντρική Ευρώπη (έστω και ελαφρώς ανατολικά) είναι μεγάλο προσόν, αφού με ιδιαίτερη ευκολία μπορεί να φτάσει κόσμος από πολλές περιοχές της πυκνοκατοικημένης ηπείρου μας. Το πρώτο πράγμα που αντιλήφθηκα λοιπόν φτάνοντας απλά στην πόλη και όχι στο χώρο της συναυλίας, ήταν ότι παρά το γεγονός ότι Αυγουστιάτικα έτσι και αλλιώς η Βουδαπέστη ζει στο ρυθμό των τουριστών, παντού έβλεπες νέους αλλά και μεσήλικες με βραχιολάκια και μπλούζες του φεστιβάλ. Τα δε ξενοδοχεία χαμηλού και μεσαίου κόστους ήταν ασφυκτικά γεμάτα. Έτσι, ενώ μιλάμε για μια πόλη σχεδόν δυο εκατομμυρίων (πάνω από τρία στην ευρύτερη περιοχή), αισθανόσουν ότι εκείνες τις μέρες το φεστιβάλ ήταν αυτό που της έδινε το ρυθμό.
Όπως προανέφερα, το SZIGET μετράει ήδη 23 χρόνια ζωής. Έχει επομένως καταφέρει να φτιάξει ένα όνομα στην Ευρώπη, να διαμορφώσει ένα στυλ και να αποκτήσει ένα φανατικό και ιδιαίτερο κοινό που διαρκώς αυξάνεται. Κύριο χαρακτηριστικό του και κάτι που το κάνει να ξεχωρίζει σε σχέση με άλλα αντίστοιχα του, είναι ότι διεξάγεται πάνω σε ένα νησάκι στο Δούναβη, εντός του ευρύτερου οικιστικού ιστού της Βουδαπέστης. “Sziget” άλλωστε στα Ουγγρικά σημαίνει “νησί”.
Το νησί λοιπόν βρίσκεται στο βόρειο κομμάτι της πόλης και είναι καταπράσινο. Για να το προσεγγίσεις, πρέπει να περάσεις, μέσω της ακτής της Βούδας, από μια μικρή γέφυρα. Αυτή, και το φανταστικό τοπίο πίσω της, είναι η πρώτη εικόνα που συναντάς σε σχέση με το φεστιβάλ αφού ξεμπερδέψεις με τις διαδικασίες εισόδου, την πιστοποίηση ταυτότητας και τα «βραχιολάκια». Είναι στολισμένη εντυπωσιακά, με σημαίες και πανό να κυματίζουν, έντονα μακιγιαρισμένη με το πλουμιστό λογότυπο του φεστιβάλ. Έτσι, κατευθείαν σε προϊδεάζει για το πάρτυ χρωμάτων, μουσικής, φαγητού, ποτού και ακραιφνούς διασκέδασης που θα ακολουθήσει.
Κατά τις διαδικασίες εισόδου κάποια πράγματα μου έκαναν εντύπωση. Για να πάρεις το εισιτήριο σου (το βραχιολάκι στην ουσία) έπρεπε να γίνει εξακρίβωση και καταγραφή των στοιχείων σου μέσω διαβατηρίου. Τα τελευταία τρομοκρατικά γεγονότα στην Ευρώπη έχουν κάνει αρκετά αυστηρά τα μέτρα, καλώς η κακώς. Αυτό όμως που μου έκανε θετική εντύπωση ήταν ότι υπήρχαν ταμπέλες που ξεκάθαρα ανακοίνωναν sold out για τη συγκεκριμένη ημέρα. Ένα sold out σε ένα χαώδη, ανοιχτό χώρο είναι κάπως παράδοξο αλλά ταυτόχρονα σου δίνει την αίσθηση ότι υπάρχει ένας έλεγχος, ένα όριο στην προσέλευση που σίγουρα αφορά τόσο στην ασφάλεια όσο και στην άνεση του κόσμου. Αρνητική εντύπωση στα θέματα ασφαλείας μου έκανε το γεγονός ότι ενώ υπήρχαν ανιχνευτές μετάλλων (σαν να περνάς έλεγχο αεροδρομίου), έδιναν την εντύπωση τελείως τυπικής παρουσίας. Κοινώς, δεν είδα να σταματάνε ούτε ένα άνθρωπο για έλεγχο παρ΄όλα τα συνεχή «χτυπήματα» των μηχανημάτων.
Το μεγάλο μπουλούκι, διασχίζει τη γέφυρα γελώντας, χορεύοντας και τραγουδώντας ήδη. Πολλοί, που έχουν κατασκηνώσει μέσα για ημέρες, έχουν βγει για μια βόλτα στην πόλη και γυρνάνε στο «σπίτι» των επτά ημερών με προμήθειες. Η παρέα μου καθώς και οι περισσότεροι, όπως μου φάνηκε, τους ακολουθούμε «ψαρωμένοι» καθότι για όλους εμάς είναι η πρώτη μέρα στο φεστιβάλ. Η μέρα που θα δούμε στην ίδια σκηνή, μεταξύ πολλών άλλων, Muse και Sigur Ros.
Έχοντας διασχίσει τη γέφυρα, συναντάς τον εντυπωσιακό κατάφυτο χώρο υποδοχής του κόσμου. Ξυλοπόδαροι, άνθρωποι ντυμένοι μονόκεροι, αρκούδες και άλλα χνουδωτά πλάσματα, χορευτές, μαζί με πολλούς που μοιράζουν δώρα και προσφορές από τους χορηγούς, όλοι ντυμένοι στα χρώματα του φεστιβάλ (και των χορηγών), αποτελούν τις πρώτες δραστηριότητες που συναντάς, δίνοντας την αίσθηση ότι έχεις έρθει σε καρναβάλι. Φωτογράφιση μπροστά στα τεράστια λευκά επιδαπέδια γράμματα που γράφουν “Budapest”, προσπάθεια να διαβάσεις τις δεκάδες ταμπέλες που σε καθοδηγούν έτσι ώστε να προσανατολιστείς και πρώτη συνειδητοποίηση ότι τελικά έχεις έρθει σε ένα απίστευτα μεγάλου μεγέθους φεστιβάλ και μόνο με ένα χάρτη στο χέρι θα βγάλεις πραγματικά άκρη. Μέχρι τότε δε μπορούσα καν να το διανοηθώ.
Η επόμενη κίνηση είναι να εξασφαλιστούν τα απαραίτητα ώστε να ανοίξει ο δρόμος για καλή σχέση με τα bars. Ο τρόπος ανταλλαγής χρημάτων λοιπόν, δεν είναι με μάρκες. Ισχύει μια πιο πρακτική και έξυπνη διαδικασία που συναντώ για πρώτη φορά σε φεστιβάλ. «Φορτώνεις» μια κάρτα με όσα χρήματα θέλεις, εν είδει πιστωτικής, κάτι που μπορούσες να έχεις κάνει ήδη μέσω internet ώστε να γλιτώσεις και την πιθανή μικρή ουρά στα άπειρα ταμεία. Έτσι, δε γεμίζεις μια τσέπη με μάρκες, ούτε κάθε λίγο ψάχνεις για να βρεις που έχουν χωθεί. Απλά δίνεις την κάρτα σε κάθε αγορά σου και τέλος. Μάλιστα, είχες τη δυνατότητα, αν δεν εξαντλούσες τα χρήματα που είχες «φορτώσει», να πας στο τέλος στα ταμεία και να σου επιστραφούν.
Τρέξιμο στο bar, για να δούμε βρε παιδί μου αν όντως λειτουργεί η κάρτα, και γρήγορα η πρώτη Ουγγαρέζικη μπύρα δρόσισε τον ουρανίσκο. Ήρθε η ώρα για την ενδελεχή ανίχνευση του χώρου. Χάρτης και υπομονή λοιπόν τα απαραίτητα, καθότι όπου και να σταθείς, όπου και αν κοιτάξεις υπάρχουν εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι. Πραγματικό sold out.
Οι διάδρομοι είναι πάρα πολλοί και κάθε ένας από αυτούς έχει και από κάτι διαφορετικό. Δεκάδες μαγαζιά όπου κόσμος πουλάει χειροποίητα είδη (καδράκια, μπλούζες, τσάντες κλπ), χώροι όπου μπορείς να παίξεις υπαίθρια παιχνίδια (bungee jumping, βελάκια, λαβύρινθος και άλλα), ακόμα και περίπτερο με... ψυχολόγους, διαθέσιμους να σε στηρίξουν αν έχεις θέματα που απαιτούν άμεση επίλυση. Αν πάλι το πρόβλημα σου είναι η πείνα, τα πράγματα είναι ακόμα εντυπωσιακότερα. Τα μαγαζιά που διαθέτουν φαγητό είναι αμέτρητα και κουζίνες από όποια χώρα μπορεί να φανταστείς είναι εκεί για να σε ικανοποιήσουν. Κινέζικο, pizza, burger, thai, ισπανικό, τούρκικο, ινδικό, μακαρόνια, σαλάτες, σούπες. Φυσικά υπάρχει φαγητό και από την Ελλάδα για όποιον επιθύμησε τη φέτα και το σουβλάκι. Βars βρίσκεις παντού και μπορείς να αγοράσεις μπύρες, καφέδες, αναψυκτικά και κοκτέιλ. Φυσικά υπάρχουν και περίπτερα με παγωτά και διαφόρων ειδών γλυκά.
Οι τουαλέτες είναι εκατοντάδες ενώ φυσικά υπάρχουν και ντουζιέρες και νιπτήρες, κυρίως για όσους μένουν στο camping, ενώ βρύσες με πόσιμο νερό βρίσκονται παντού. Τo camping είναι δυο κατηγοριών. Vip και απλό. Το vip είναι σε περιφραγμένο χώρο αλλά το υπόλοιπο κομμάτι μοιάζει κάπως άναρχο, βλέποντας σκηνές εδώ και εκεί, όπου υπήρχε σκιά και σχετική ησυχία.
Οι συναυλιακές σκηνές είναι πάρα πολλές και καλύπτουν διαφόρων ειδών μουσικές. Υπάρχουν μικρές σκηνές για blues, country, folk, reggae/ latin, dance (dj sets) ενώ παράλληλα διεξάγονται και άλλου τύπου εκδηλώσεις όπως θεατρικές παραστάσεις, χορός, yoga, Τed-x ομιλίες, τσίρκο. Παράλληλα υπάρχει pub με blues μουσικές, μια ολόκληρη περιοχή με διαφόρων τύπων μουσεία, bar με οθόνες όπου μπορείς να παρακολουθήσεις αθλητικά γεγονότα (πέσαμε πάνω σε Ολυμπιακούς Αγώνες άλλωστε) μέχρι και παραλία στις όχθες του Δούναβη με μπαράκι και ξαπλώστρες.
Ήρθε η ώρα για την πρώτη συναυλιακή εμπειρία, άλλωστε ο λόγος που είμαστε εδώ είναι η μουσική. Φυσικά έχει προαποφασιστεί τί θα δούμε και τί θα παραλείψουμε, αλλιώς ακόμα θα τρέχαμε να τα προλάβουμε. Για παράδειγμα θα αφήσουμε τελείως να περάσει και να χαθεί στα βάθη της ιστορίας η εμφάνιση των Bring Me The Horizon, και κρίνοντας από όσα από μακριά ακούγαμε, πράξαμε σοφά. Έχει φτάσει η ώρα των Καλιφορνέζων Chk Chk Chk (!!!) που ήταν ένα από τα συναυλίακα αποθυμένα της τελευταίας δεκαετίας. Η συναυλία θα δινόταν σε μεγάλο κλειστό χώρο και αυτό με παραξένεψε λίγο καθότι ο καιρός ήταν εξαιρετικός για να μπεις κάτω από την τεράστια τέντα. Νομίζω πως και αυτός ήταν ο βασικός λόγος που ο χώρος, ακόμα και μετά την, εν μέσω αποθέωσης, άνοδο στη σκηνή του θεοπάλαβου Nic Offer και της παρέας του, δε γέμισε. Ούτε καν. Αυτό όμως ουδόλως πτόησε τη μπάντα η οποία ξεσηκώνει πραγματικά το κοινό. Οι Groovy, disco-funk και dance ρυθμοί αναμεμειγμένοι με punk και hardcore ανεβάζουν το κέφι κομμάτι με το κομμάτι. Το DFA στυλ στις κιθάρες και στο γενικότερο ύφος είναι χαρακτηριστικό τους, αλλά με την τελευταία τους κυκλοφορία (As If, 2015) η οποία παίρνει τη μερίδα του λέοντος στο live, πέρασαν και σε άλλο κομμάτι των επιρροών τους που είναι το House και η Techno. Tην παράσταση ασφαλώς κλέβει ο Nic με το κοντό σορτσάκι και την αέναη disco κίνηση του. Τα βλέμματα όμως κερδίζει και η guest τραγουδίστρια με το afana μαλλί, την καταπληκτική φωνή και την εξίσου φοβερή κίνηση. Ένα εξαιρετικό δίδυμο στη σκηνή.
Δυστυχώς δε μπορέσαμε να παρακολουθήσουμε το πανδαιμόνιο που προκάλεσαν έως το τέλος για δυο λόγους. Ο βασικός είναι ότι είχε τελειώσει η μπύρα και εντός της τέντας στο bar είχε ουρά . Ο δεύτερος ήταν ότι καθυστέρησαν να βγουν (γίνονται και αλλού αυτά, και μάλιστα νομίζω πως στην Ελλάδα έχει βελτιωθεί πολύ το θέμα τήρησης ωρών εμφανίσεως στις συναυλίες) με αποτέλεσμα πριν τελειώσει το πρόγραμμα τους, να πρέπει να τρέξουμε στην κεντρική σκηνή για τους Sigur Ros.
Βγαίνοντας από την τέντα κατευθυνόμαστε κατευθείαν προς την κεντρική σκηνή. Την αχανή έκταση μπροστά της, την έχει ήδη καλύψει σχεδόν εξ ολοκλήρου ένα τεράστιο τσούρμο νέων ανθρώπων όλων των φυλών και εθνοτήτων. Λίγο πριν την εμφάνιση των Sigur Ros, διοργανώνεται color party. Ένας καμβάς από χρώματα αγκαλιάζει το πλήθος και στο τέλος της 15λεπτης γιορτής όλοι γελάνε με την εμφάνιση τους και τινάζουν από πάνω τους τις μπογιές. Σίγουρα το θέαμα είναι καταπληκτικό και η εικόνα από ψηλά θα ήταν μοναδική. Όλο αυτό δυστυχώς όμως έχει ως συνέπεια ελάχιστοι να ασχοληθούν με την παρουσία της μπάντας στη σκηνή και της φοβερής για άλλη μια φορά απόδοσής της. Αυτή προσομοιάζει φυσικά εν πολλοίς με όσα έγιναν στην Αθήνα (έλειπε φυσικά η τόσο ταιριαστή Αθηναϊκή μπόρα), αλλά από το τεράστιο κοινό που βρισκόταν στο χώρο, ελάχιστοι είναι αυτοί που παρακολουθούν. Τα χρώματα και το σκηνικό νωρίτερα συνεχίζει να αποσπά την προσοχή τους. Στο καθαρά μουσικό κομμάτι, η μπάντα είναι για άλλη μια φορά καταπληκτική, το set list περιλαμβάνει πολλές από τις μεγαλειώδεις στιγμές τους και φυσικά το τέλος και πάλι δίνεται με το Untitled 8, που είναι πλέον κάτι σαν ιεροτελεστία.
Όσες φορές και να δω τους Sigur Ros δε θα είναι αρκετές! Δε νομίζω να κορεστώ ποτέ.
Ενα video απο το set των Sigur Ros:
Μικρό κενό για το sound check πριν τους Muse και το bar and food check για εμάς. Στο σημείο αυτό να αναφέρω κάτι που μου έκανε πολύ καλή εντύπωση. Μπροστά στην κεντρική σκηνή και σε αρκετά καλή απόσταση από αυτή, υπήρχε μια υπερυψωμένη πλατφόρμα με αρκετά μεγάλη χωρητικότητα που ήταν αποκλειστικά για αναπηρικά καροτσάκια. Γενικώς η όλη διοργάνωση είχε όλα όσα μπορούσαν να διευκολύνουν ανθρώπους με κινητικά προβλήματα. Στις περισσότερες Ευρωπαϊκές χώρες βέβαια αυτό είναι απλά κάτι απολύτως φυσιολογικό.
Η ώρα που όπως φαίνεται οι περισσότεροι περιμένουν, έχει φτάσει. Μια από τις μεγαλύτερες και εμπορικότερες μπάντες της εποχής μας, ανεβαίνει στη σκηνή του SZIGET μπροστά σε πιθανότητα τριψήφιο αριθμό χιλιάδων θεατών. Τα φώτα μετατρέπουν τη νύχτα που έχει ήδη πέσει, σε μέρα. Ο κόσμος μπροστά στη σκηνή ανεμίζει σημαίες και πανό από πολλές χώρες, νομίζω μάλιστα πως είδα και μια Ελληνική. Η εμφάνιση τους είναι εντυπωσιακή αν και δυστυχώς τα περισσότερα τα βλέπουμε από μια από τις τέσσερις μεγάλες οθόνες που ήταν διασκορπισμένες στο χώρο, και τις δυο τεράστιες παραπλεύρως της σκηνής. Πέρασμα απ’όλη σχεδόν την καριέρα τους και καταπληκτικές κιθαριστικές στιγμές από τον τεράστιο κιθαρίστα Matt Bellamy. Ίσως έναν από τους μεγαλύτερους της γενιάς του.
Οι Muse είναι μια τεράστια μπάντα και πλέον έχει μετατραπεί ξεκάθαρα σε μια stadium rock μπάντα. Λίγες μπορούν να μαζέψουν τόσο κόσμο και να διεισδύσουν τόσο σε mainstream όσο και σε rock κοινά, αλλά και σε τόσο διαφορετικές ηλικίες. Η ένσταση που έχω βέβαια έχει να κάνει με τα μεγάλα, οπερετικά, τύπου Queen χωρίς να είναι Queen, κομμάτια τους. Από ένα σημείο και έπειτα με κούρασαν και νομίζω και μεγάλο μέρος του κοινού. Παρ’ολαυτά, στις επιτυχίες τους, γίνεται…ο κακός χαμός. Αρχικά με τα Plug In Baby, Map Of The Problematique, στη συνέχεια με τα Starlight και Time Is Running Out και στο encore με το Knights Of Cydonia. Κάποια από τα ενδιάμεσα, «νυσταλέα» σημεία να έλειπαν και όλα θα ήταν περίφημα.
Ένα video απο το set των Muse:
Με πραγματικά ωραία διάθεση αλλά και με πολύ έντονα τα σημάδια κόπωσης αρχίζουμε να πηγαίνουμε προς την έξοδο και τον εσωτερικό χώρο όπου θα εμφανιζόταν η electro-θεά Roisin Murphy. Ο κόσμος που έφευγε, σταματά μπροστά στις εισόδους της τέντας (που είναι προς την έξοδο) οπότε η πρόσβαση δεν είναι και το ευκολότερο πράγμα. Η εμφάνιση της Roisin (όσο αντέχω και καταφέρνω να δω) είναι ως συνήθως εκρηκτική και θα έλεγα και αναπάντεχα ενθουσιώδης. Αλλάζει πολλές ενδυμασίες κατά τη διάρκεια της συναυλίας, το video wall που δεσπόζει πίσω από τη μπάντα της, δείχνει συνεχώς όμορφα και περίεργα φιλμάκια, ενώ αρχικά βγήκε με ένα ράμφος πουλιού στο κεφάλι, κάτι σα φλαμένγκο. Και εδώ φυσικά ο κόσμος, παρά την κούραση, πέρασε πολύ καλά αλλά ειδικά στο Sing It Back της Moloko εποχής της, σε αρκετά «πειραγμένη» εκτέλεση (ουσιαστικά «έβαλε» το κομμάτι μέσα στο κομμάτι Exploitation) οι πάντες χορεύουν και τραγουδούν μέσα σε παραλήρημα κεφιού. Μέχρι τελικής πτώσης. Φυσικά υπάρχουν και dj sets που θα κρατήσουν τον κόσμο ξύπνιο μέχρι το πρωί. Ειδικά αυτούς που διανυκτέρευαν στο camping.
Εμείς σιγά-σιγά αρχίζουμε να αποχωρούμε, έχοντας αποκομίσει τις καλύτερες εντυπώσεις από το φεστιβάλ. Η μόνη ένσταση που έχω είναι ότι σε αυτού του τύπου τα τεράστια events, δε φεύγεις απόλυτα ικανοποιημένος από μουσικής απόψεως. Ίσως επειδή τρέχεις σα παλαβός να προλάβεις. Ίσως επειδή ο κόσμος είναι πολύς και διαφορετικός, με αποτέλεσμα να μην ενδιαφέρονται όλοι για τα συγκροτήματα που ανεβαίνουν στη σκηνή, γεγονός που χαλάει κάπως την ατμόσφαιρα στο κάθε live. Έχω την αίσθηση επίσης ότι πολύς κόσμος το βλέπει πιο πολύ σα πάρτυ, σαν ευκαιρία για καλοκαιρινό ξεφάντωμα και ενδιαφέρεται για όλες τις άλλες δραστηριότητες περισσότερο από τη μουσική αυτή καθαυτή. Όπως και να έχει η κατάσταση, μιλάμε για μια εξαιρετική εμπειρία που αξίζει να ζήσει κάνεις, τουλάχιστον μια φορά στη ζωή του. Το «νησί», το «νησί της ελευθερίας», το συστήνω ανεπιφύλακτα.
Φωτογραφίες / video: v_era
Το κείμενο πρωτοδημοσιεύθηκε στο soundgaze.gr